Δήμαρχος: ΠΑΡΟΥΤΟΓΛΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Πληθυσμός: 24.969 (απογραφή 2021)
ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ
ΑΡΙΔΑΙΑΣ
ΕΞΑΠΛΑΤΑΝΟΥ
ΔΗΜΟΣ ΑΛΜΩΠΙΑΣ “ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΕΠΟΧΩΝ”
Ο Δήμος Αλμωπίας βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του Νομού Πέλλας. Προέκυψε από τη συνένωση των πρώην Δήμων Αριδαίας και Εξαπλατάνου (Ν.3852/2010). Η πόλη της Αριδαίας είναι η έδρα του Δήμου. Έχει έκταση 985.900 στρέμματα και είναι ένας από τους μεγαλύτερους σε έκταση Δήμους της χώρας. Συνορεύει δυτικά με το νομό Φλώρινας και το δήμο Έδεσσας, νότια με τους δήμους Έδεσσας και Σκύδρας, ανατολικά με το νομό Κιλκίς και στα βόρεια σύνορα βρίσκεται το όρος Βόρας ή Καϊμακτσαλάν που αποτελεί και όριο με τη γείτονα χώρα. Οδικά απέχει 102,61 χλμ από τη Θεσσαλονίκη και 553,76 χλμ. από την Αθήνα. Ο πληθυσμός του ανέρχεται στους 27.556 κατοίκους (απογραφή 2011), αριθμός που αντιστοιχεί περίπου στο 19,7 % του συνολικού πληθυσμού του Νομού.
Σε σχέση με τη φυσιογνωμία του, ο Δήμος Αλμωπίας διασχίζεται από τρεις παραποτάμιους του Μογλενίτσα ποταμού που ποτίζουν την εύφορη πεδιάδα του. Αποτελεί ένα λεκανοπέδιο που περιβάλετε από το ορεινό τόξο Αλμωπίας. Με υψόμετρα που κυμαίνονται από 120 μέχρι 2.524 μέτρα συγκροτούν ένα ορεινό τόξο και δημιουργούν μια υδρολογική λεκάνη με κεντρικό αποδέκτη τον χειμαρροπόταμο Μογλενίτσα ή Αλμωπαίο ποταμό που από την μοναδική διέξοδο των στενών Αψάλου χύνεται στην τάφρο 66 και τελικά στον Αλιάκμονα. Οι μεγάλες ποσότητες κατακρημνισμάτων σε συνδυασμό με το ευνοϊκό γεωλογικό υπόβαθρο έχουν ως αποτέλεσμα να εμφανίζονται στην περιοχή πηγές και ρέματα με συνεχή ροή. Μεγάλο τμήμα της διοικητικής περιφέρειας του Δ. Αλμωπίας βρίσκεται υπό καθεστώς εθνικής ή και κοινοτικής προστασίας. Διαθέτει δύο Διατηρητέα Μνημεία της Φύσης, τέσσερα καταφύγια άγριας ζωής, στο δίκτυο «Natura 2000» έχουν ενταχθεί οι Κορυφές του Όρους Βόρας, τα Όρη Τζένα και τα Στενά Αψάλου-Μογλενίτσας. Έχουν προταθεί για ένταξη σε εφαρμογή του άρθρου 4 της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ για τη διατήρηση της άγριας πανίδας, οι περιοχές Βόρας & Πίνοβο – Τζένα, οι οποίες και χαρακτηρίζονται ως Περιοχές Ειδικής Προστασίας (SPA).
Από τη δεκαετία του 1920 σταδιακά αλλά κυρίως από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 η περιοχή άρχισε να παρουσιάζει ραγδαία τουριστική ανάπτυξη με ατμομηχανή τις ιαματικές πηγές των Λουτρών “Πόζαρ”. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της έχουν προξενήσει το έντονο ενδιαφέρον για την ανάπτυξη τουριστικών δραστηριοτήτων. Ειδικότερα, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Δημοτικής Επιχείρησης των Λουτρών Λουτρακίου, οι επισκέπτες το 2004 στην ευρύτερη περιοχή των Λουτρών πλησίασαν τις 700.000, με ετήσια αύξηση που αγγίζει το 15%. Σύμφωνα με το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο της Ελλάδας (Ξ.Ε.Ε) (2020) στην περιοχή καταγράφονται 33 καταλύματα ξενοδοχειακού τύπου, με 1.425 κλίνες. Η περιοχή διαθέτει και ενοικιαζόμενα δωμάτια και 35 ταβέρνες και εστιατόρια που προσφέρουν και παραδοσιακή κουζίνα. Την προηγούμενη δεκαετία η ζήτηση ήταν έντονη μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες και κυρίως από ηλικιωμένους οι οποίοι επιθυμούσαν να κάνουν θερμά λουτρά. Μετά την βελτίωση των εγκαταστάσεων και των παροχών (ανοικτές, κλειστές πισίνες, Spa κλπ) την τελευταία δεκαετία η περιοχή έχει τουρισμό όλους τους μήνες του χρόνου και τον χειμώνα, από επισκέπτες κυρίως νεαρότερης ηλικίας σε σημείο που τα προσφερόμενα καταλύματα να μην μπορούν να καλύψουν την υπερβάλλουσα ζήτηση, σε περιόδους αιχμής. Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα ο Δήμος αποτελεί την πρώτη δύναμη σε αριθμό επισκεπτών στο Ν. Πέλλας, οι οποίοι έρχονται για να μείνουν και δεν είναι απλώς περαστικοί. Σε αυτό έχει συντελέσει το γεγονός ότι η Αλμωπία πέρα από τις θερμές πηγές και τα αξιοθέατα που προαναφέρθηκαν διαθέτει και οργανωμένο δίκτυο μονοπατιών με θέσεις θέας αφού είναι κτισμένη ανάμεσα στα όρη Βόρας-Καΐμακτσαλάν και Πάικο. Κάθε χρόνο οργανωμένες ομάδες ορειβατών αλλά και μεμονωμένοι περιπατητές επισκέπτονται την περιοχή μια και τη διασχίζουν τα ευρωπαϊκά μονοπάτια Ε4 και Ε6. Ο Δασικός και υδάτινος πλούτος και το φαράγγι προσφέρουν διαδρομές με κλιμακωτή δυσκολία και ποικιλία δραστηριοτήτων. Στα χωρικά όρια του Δήμου Αλμωπίας βρίσκεται το χιονοδρομικό κέντρο Καΐμακτσαλάν ωστόσο, μικρή είναι η επίδραση από άποψη επισκεπτών στο Δ. Αλμωπίας, αφού η πρόσβαση γίνεται μέσω Αγίου Αθανασίου, από την πλευρά της γειτονικής Έδεσσας. Σημαντική μορφή τουρισμού που αναπτύσσεται στην περιοχή είναι και ο θρησκευτικός Τουρισμός με επίκεντρο την Ιερά Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Εσωτερικά οι εντυπωσιακές τοιχογραφίες χρονολογούνται με βάση τις επιγραφές το 1888. Η Μονή αποτελεί σημαντικό πόλο έλξης προσκυνητών και επισκεπτών.
Η ευρύτερη περιοχή αποτελεί τμήμα της Άνω Μακεδονίας- κοιτίδας του Μακεδονικού πολιτισμού από την εποχή των ιστορικών χρόνων της Δυναστείας των Αργεάδων Βασιλέων, με πιο γνωστούς εκπροσώπους της το Φίλιππο και το Μ. Αλέξανδρο. Μάλιστα κατά την παράδοση και τους τοπικούς θρύλους από τα Δάση της περιοχής Όρμος (Μαύρο Δάσος) προμηθεύονταν οι Μακεδόνες Βασιλείς την ξυλεία για την κατασκευή των πλοίων και των όπλων τους (σάρισες). Απαντώνται σε όλη την περιοχή σημαντικά ευρήματα με σημαντικότερα τα τμήματα της (κατά την παράδοση), «γέφυρας του Μ. Αλεξάνδρου» επί του ποταμού Μογλενίτσα. Χαρακτηρισμένος αρχαιολογικός χώρος υπάρχει στον οικισμό Αλώρου, αν και οι αρχαιολογικές έρευνες δεν έχουν προχωρήσει σημαντικά. Στην περιοχή των Λουτρών «Πόζαρ» γνωστή ως «φαράγγι» έχουν ανακαλυφθεί – διερευνηθεί – αξιοποιηθεί επιστημονικά περισσότερα από 8 σπήλαια με παλαιοντολογικά ευρήματα (λείψανα αρκούδας 10.000 ετών κ.λπ.). πολλά από τα τα ευρήματα εκτίθενται στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στην Αριδαία, και στο Φυσιογραφικό και Λαογραφικό Μουσείο Λουτρών. Οι κύριες ασχολίες των κατοίκων του είναι η γεωργία, η κτηνοτροφία, η υλοτομία και ο τουρισμός. Σημαντικά αγροτικά προϊόντα με μεγάλο όγκο παραγωγής είναι το ροδάκινο, το κεράσι, τα μήλα, τα σταφύλια, το σπαράγγι και το καλαμπόκι, αλλά στην περιοχή ευδοκιμούν σχεδόν όλα τα είδη φρούτων λόγω του πλούσιου υδροφόρου ορίζοντα. Αξιόλογα δάση όπως των Προμάχων, του Γαρεφείου, του Βορεινού και το Μαύρο δάσος, δίνουν σημαντικές ποσότητες ξυλείας με αποτέλεσμα τη δημιουργία αρκετών μικρών μονάδων επεξεργασίας ξύλου, που προμηθεύουν όλη τη χώρα.